Σχέσεις
Αν και κλισέ, είναι αλήθεια: ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον. Είναι προορισμένος να ζει μέσα σε κοινωνικά σύνολα, να αποτελεί μέρος μικρότερων ή μεγαλύτερων ομάδων και να συναναστρέφεται άλλα κοινωνικά όντα, συχνά πολύ διαφορετικά από αυτόν. Από τη γέννησή μας ερχόμαστε σε επαφή με χιλιάδες ανθρώπους και αναγκαζόμαστε να συνυπάρξουμε σε κάποιο βαθμό με πολλούς από αυτούς. Οι σχέσεις που δημιουργούμε, βέβαια, εκτός από τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που εμπεριέχουν, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό και στο συναίσθημα των εμπλεκόμενων ατόμων. Η βοήθεια, λοιπόν, που μπορεί να προσφέρει η συμβουλευτική και η θεραπεία στις σχέσεις έχει να κάνει με το συναίσθημα, τη σημασία του και την υγιή του έκφραση μέσα στο πλαίσιο της σχέσης.
Προβλήματα στις σχέσεις
Οι σχέσεις μας συχνά αντιμετωπίζουν προβλήματα που μας φέρνουν μπροστά στους δικούς μας φόβους, ανασφάλειες, ανησυχίες ή ενοχές. Μπορεί να νιώθουμε ότι οι σχέσεις μας με την οικογένειά μας, το σύντροφό μας, τα παιδιά μας, τους φίλους ή τους συνεργάτες μας είναι προβληματικές, ότι δε μας ικανοποιούν ή μπορεί να νιώθουμε μοναξιά και έλλειψη ανθρώπων γύρω μας. Πρώτα από όλα πρέπει να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι το να χτίσουμε μία υγιή και λειτουργική σχέση είναι ένα δύσκολο και επίπονο έργο.
Προβλήματα στην οικογένεια
Συχνά τα προβλήματα στις οικογενειακές σχέσεις κρατάνε χρόνια και οι άνθρωποι μαθαίνουν να συμβιβάζονται με αυτά στο βωμό της διατήρησης της οικογένειας ή της «καλής εικόνας» προς τον κόσμο. Ωστόσο μια κρίση ζωής ή μια μεγάλη προσωπική αλλαγή σε κάποιο από τα άτομα μπορεί να φέρει στο φως ρωγμές του παρελθόντος και χρόνια έλλειψη επικοινωνίας και επαφής. Εφόσον ο σκοπός μας είναι να είμαστε ευτυχισμένοι, ικανοποιημένοι από τη ζωή που χτίσαμε και από τις σχέσεις που επιλέξαμε να έχουμε, υπάρχει το κίνητρο για να προσπαθήσουμε να διαχειριστούμε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε ως οικογένεια και να δουλέψουμε προσπαθώντας να κάνουμε τις σχέσεις μας και πάλι ικανοποιητικές.
Βοηθάει η συμβουλευτική/ θεραπεία σε προβλήματα σχέσεων;
Και βέβαια! Η ψυχολογία ως επιστήμη ασχολείται με τον άνθρωπο και, κατά συνέπεια, με τις σχέσεις που αυτός δημιουργεί. Η σχέση θεραπευτή- θεραπευόμενου μπορεί να χρησιμεύσει ως οδηγός και σύμβουλος για να κατασκευάσουμε και άλλες ικανοποιητικές σχέσεις γύρω μας. Στη θεραπεία μπορούμε να μάθουμε να ακούμε πραγματικά χωρίς να κρίνουμε, να αποδεχόμαστε το διαφορετικό και να συσχετιζόμαστε με αυτό, να δοκιμάζουμε νέους τρόπους επικοινωνίας μέσα στο ασφαλές και εχέμυθο χώρο του γραφείου του ψυχολόγου. Η θεραπεία μπορεί να μας βοηθήσει να αναγνωρίσουμε τους δικούς μας φόβους που κρύβονται πίσω από την έλλειψη σχέσεων, αλλά και να ορίσουμε ρεαλιστικούς στόχους για την απόκτηση αυτών που θέλουμε να πετύχουμε. Για παράδειγμα, η συμβουλευτική και η θεραπεία μπορούν να μας βοηθήσουν να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι όσο και να το θέλουμε δεν μπορούμε να είμαστε αγαπητοί από όλους.
Εκ των πραγμάτων η συμβουλευτική και η θεραπεία έχουν να κάνουν με τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, ακόμη κι αν αυτές είναι συγκεκαλυμένες κάτω από τις προσωπικές ανάγκες που εκφράζει ο πελάτης. Το άτομο που απευθύνεται σε κάποιον ψυχολόγο για προβλήματα στις σχέσεις του είτε έχει αντιληφθεί ότι υπάρχουν σοβαρά προβλήματα τα οποία χρήζουν επίλυσης, είτε βιώνει συναισθήματα αμφιβολίας, ανικανοποίητου και ανησυχίας που θεωρεί ότι σχετίζονται με τις σχέσεις του και επιθυμεί να εξερευνήσει τις ρίζες τους με σκοπό να τα επιλύσει. Προβλήματα σχέσεων που προκύπτουν από συγκεκριμένες καταστάσεις, όπως κάποια ψυχική ασθένεια, το θάνατο ή τη χρήση ουσιών, συζητιούνται στα αντίστοιχα θέματα σε άλλο μέρος της ιστοσελίδας. Σε αυτό το σημείο θα αναφερθούν ορισμένα συνηθισμένα προβλήματα που προκύπτουν στις σχέσεις των ανθρώπων και μπορεί να δημιουργήσουν κρίση στο άτομο ή τη σχέση.
Κακοποίηση
Η κακοποίηση μπορεί να πάρει πολλές μορφές, μπορεί να καλύπτεται προσεκτικά και να μην αναγνωρίζεται ως τέτοια. Στην Ελλάδα έρευνες δείχνουν ότι μία στις τρεις γυναίκες κακοποιείται μέσα στο σπίτι της από κάποιο μέλος της οικογένειάς της, ενώ τα τελευταία χρόνια και εν μέσω οικονομική κρίσης, φαίνεται ότι το ποσοστό των ανδρών που κακοποιείται έχει περάσει αυτό των γυναικών.
Η σωματική κακοποίηση έχει κυρίως ως θύματα γυναίκες καθώς εκ των πραγμάτων απαιτείται μυϊκή δύναμη για την επιβολή της. Αυτή μπορεί να περιλαμβάνει χτυπήματα στο σώμα και το πρόσωπο με τα χέρια ή με άλλα αντικείμενα και έχει ως σκοπό την πρόκληση πόνου, ταπείνωσης και ελέγχου του θύματος. Ο θυμός και η ζήλια είναι οι πιο συχνοί λόγοι για τους οποίους οι θύτες καταφεύγουν σε σωματική βία σε βάρος των συντρόφων τους.
Η ψυχολογική κακοποίηση, από την άλλη πλευρά, φαίνεται να θυματοποιεί κυρίως άντρες, καθώς ο λόγος είναι το αντίστοιχο όπλο των γυναικών που υστερούν σε μυϊκή δύναμη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν μεγάλα ποσοστά αντρών που κακοποιούν με αυτό τον τρόπο τις συντρόφους τους. Η ψυχολογική βία στοχεύει στην ταπείνωση, τον εκφοβισμό και την καταρράκωση της αυτοπεποίθησης του θύματος, σκοποί που επιτελούνται μέσω απειλών, εκβιασμών, συνεχούς κριτικής και εξευτελισμού του άλλου ατόμου. Επίσης, η ψυχολογική βία μπορεί να ασκείται ταπεινώνοντας με προσβλητικές λέξεις το άλλο άτομο σε δημόσιους χώρους ή σε κοινωνικές συναναστροφές. Η κριτική και ο χλευασμός στα αυτιά των παιδιών και, κατά συνέπεια, η πλύση εγκεφάλου στην οποία υπόκεινται τα παιδιά, είναι συχνά ένας τύπος ψυχολογικής βίας που περνάει απαρατήρητος στην οικογένεια.
Η σεξουαλική κακοποίηση ορίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως η σεξουαλική πράξη ή η απόπειρα σεξουαλικής πράξης με κάποιο άτομο χωρίς τη θέλησή του και φαίνεται να αφορά περισσότερο το γυναικείο φύλο. Αυτό το είδος κακοποίησης μπορεί να περιλαμβάνει εκβιασμούς για σεξουαλική πράξη, βιασμό, σωματική κακοποίηση και χτυπήματα με σκοπό την αποδυνάμωση του θύματος, προώθηση του θύματος σε σεξουαλικές πράξεις με άλλα άτομα για χρήματα, κακοποίηση ή ακρωτηριασμός των γεννητικών οργάνων του θύματος και παράνομη διακίνηση γυναικών.
Τέλος, η οικονομική κακοποίηση αφορά στην έλλειψη πρόσβασης του θύματος σε χρήματα με σκοπό την απόλυτη εξάρτηση από το σύντροφό του. Η έλλειψη πρόσβασης στα χρήματα μπορεί να είναι άμεση, έτσι ώστε το θύμα δεν μπορεί να αγοράσει κάτι για τον εαυτό του, αναγκάζεται να ζητάει χρήματα για τα καθημερινά του έξοδα και αναφέρει λεπτομερώς πώς ξόδεψε τα χρήματα που του δόθηκαν, ή έμμεση όταν δεν μπορεί να έχει πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, εκπαίδευση ή κοινωνική ζωή λόγω έλλειψης χρημάτων. Κάθε τύπος κακοποίησης έχει σκοπό να αποδυναμώσει το θύμα καθώς ο θύτης δείχνει κακοποιώντας ότι έχει τον έλεγχο.
Πολλοί άνθρωποι που κακοποιούνται έρχονται αντιμέτωποι με το φόβο τους για τα χειρότερα που μπορεί να συμβούν αν εγκαταλείψουν το σύντροφό τους ή αν απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας. Επίσης, πολλοί άνθρωποι δεν μιλούν για την κακοποίηση που δέχονται καθώς, πέρα από φόβο, μπορεί να νιώθουν ντροπή και ενοχές για τον εαυτό τους ή και λύπηση για το θύτη τους. Είναι, ωστόσο, αποδεδειγμένο ότι η βία και η κακοποίηση συντηρούνται από τη σιωπή. Η συμβουλευτική μπορεί να βοηθήσει τα άτομα που υπόκεινται σε κάποια μορφή βίας παρέχοντας συμβουλές αντιμετώπισης και ενδυνάμωσης της αυτοπεποίθησης με απώτερο στόχο την απελευθέρωση από την κακοποιητική σχέση. Για τα άτομα που δεν έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε θεραπεία υπάρχουν τηλεφωνικές γραμμές βοήθειας που παρέχουν επίσης συμβουλές για την αντιμετώπιση της κατάστασης (βλ. Χρήσιμοι σύνδεσμοι).
Διαζύγιο
Ένας άλλος πολύ συχνός λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι αναζητούν επαγγελματική βοήθεια είναι όταν ένας γάμος φαίνεται να μην έχει μέλλον και η μόνη λύση δείχνει να είναι το διαζύγιο. Σε μια τέτοια περίπτωση, η συμβουλευτική μπορεί να απευθύνεται στο ζευγάρι ως δυάδα που μπορεί να έχει τη διάθεση να προσπαθήσει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που οδηγούν στο χωρισμό, σε έναν από τους δύο συντρόφους που δυσκολεύεται να διαχειριστεί την κατάσταση ή τα συναισθήματά του/της, ή σε γονείς που θέλουν να προετοιμάσουν τα παιδιά τους για το επικείμενο διαζύγιο στοχεύοντας στην πιο ομαλή διαχείριση των συναισθημάτων τους.
Οι λόγοι για ένα διαζύγιο μπορεί να είναι πολλοί, από μια εξωσυζυγική σχέση που δημιουργεί ρήξη και κρίση στο ζευγάρι, μέχρι την απώλεια της επικοινωνίας ή της επαφής μεταξύ των συντρόφων. Όταν οι δύο ενήλικες δεν μπορούν να συμφωνήσουν στην ιδέα του διαζυγίου και για τον έναν από αυτούς η κατάσταση είναι αφόρητη, η συμβουλευτική ζεύγους μπορεί να αποδειχθεί πολύ βοηθητική. Ο ψυχολόγος πολλές φορές παίρνει το ρόλο του «δικηγόρου του διαβόλου» βοηθώντας έτσι καθέναν από τους συντρόφους να αναζητήσουν βαθύτερα μέσα τους τις αιτίες του χωρισμού αλλά και παρέχοντας πιθανούς νέους τρόπους αλληλεπίδρασης που μπορεί να οδηγήσουν σε μια πιο ελπιδοφόρα σχέση. Επίσης, η συμβουλευτική μπορεί να απευθύνεται στον έναν από τους δύο συντρόφους στοχεύοντας στην προσωπική του ευημερία παρά την κατάσταση του διαζυγίου και την ενδυνάμωσή του ώστε να ανταπεξέλθει ευκολότερα στη μετάβαση σε μια νέα φάση ζωής. Τέλος, τα παιδιά γονιών που πρόκειται να χωρίσουν έχουν μεγάλη ανάγκη να οπλιστούν με τις απαραίτητες δεξιότητες αντιμετώπισης ώστε και για αυτά η μετάβαση να είναι όσο το δυνατόν ομαλότερη. Ο τρόπος με τον οποίο οι γονείς θα ανακοινώσουν στο παιδί τους τον επικείμενο χωρισμό, τα ίδια τα λόγια που θα πουν αλλά και η γενικότερη στάση τους προς το παιδί έχουν τεράστια σημασία για την αντίδραση του παιδιού. Η συμβουλευτική μπορεί να παρέχει αυτές της κατευθυντήριες γραμμές που θα λειτουργήσουν προς όφελος τόσο του παιδιού όσο και της διατήρησης της οικογενειακής γαλήνης.
Οικογενειακά ζητήματα
Ο κάθε άνθρωπος είναι ιδιαίτερος και μοναδικός και έτσι, εκ των πραγμάτων, η συμβίωση και η δημιουργία οικογένειας είναι μια πρόκληση όταν δύο διαφορετικοί άνθρωποι πρέπει να συμφωνήσουν στον τρόπο που θα ζήσουν, που θα μεγαλώσουν τα παιδιά τους ή στο «χώρο» που ο καθένας θα καταλάβει μέσα στη σχέση. Συχνά εμφανίζονται προβλήματα μέσα στην οικογένεια που μπορεί να μην έχουν να κάνουν με συγκεκριμένες καταστάσεις, όπως με κάποια ασθένεια, με το διαζύγιο ή με τη χρήση ουσιών, αλλά έχουν να κάνουν απλώς με τις διαφορές των δύο ατόμων που μοιράζονται το ίδιο σπίτι και τα συνεπακόλουθα προβλήματα. Πολλοί νέοι γονείς αντιλαμβάνονται σύντομα μετά τη γέννηση του παιδιού τους ότι ο σύντροφός τους λειτουργεί διαφορετικά από ότι αυτοί περίμεναν ή θα ήθελαν. Το διαφορετικό στυλ του κάθε γονιού μπορεί να προκαλέσει κρίση μεταξύ του ζευγαριού, αμοιβαία κριτική για τον τρόπο που διαμορφώνει το χαρακτήρα του παιδιού, ένταση στη σχέση και αισθήματα ανικανοποίητου ή και απόγνωσης. Επίσης, πολλά νέα ζευγάρια τον πρώτο καιρό της συμβίωσης ή του γάμου έρχονται αντιμέτωπα με τον πραγματικό εαυτό του συντρόφου τους, συνειδητοποιώντας ότι είναι διαφορετικός από αυτόν που φαντάζονταν ή ονειρεύονταν.
Σε περιπτώσεις όπως οι παραπάνω αρκετοί άνθρωποι ζητούν βοήθεια από κάποιον επαγγελματία ψυχικής υγείας καθώς αντιλαμβάνονται ότι η μη διαχείριση της κατάστασης σήμερα θα οδηγήσει σε μεγαλύτερα προβλήματα στη σχέση αύριο. Για πολλά ζευγάρια η επίλυση τέτοιων προβλημάτων διευκολύνεται στο γραφείο του ψυχολόγου καθώς αυτό βιώνεται σαν ένας χώρος όπου η κριτική δεν έχει θέση, ενώ ταυτόχρονα υπάρχει ένα τρίτο, αντικειμενικό μάτι που μπορεί να εκφέρει γνώμη και να προτείνει συμβουλές. Η εκμάθηση ενός υγιούς τρόπου επικοινωνίας, η ανάπτυξη ενδοοικογενειακών κανόνων στους οποίους συμμορφώνονται και οι δύο σύντροφοι, η διερεύνηση νέων τρόπων επίλυσης των συγκρούσεων και η προσωπική ανάπτυξη του καθενός από τους συντρόφους μέσα στη σχέση είναι μερικά από τα οφέλη που κερδίζει το ζευγάρι κατά τη θεραπεία.