
Πένθος
Ο θάνατος και, κατά συνέπεια, το πένθος ενέχουν την έννοια του αναπόφευκτου αλλά και του οριστικού. Είναι συνυφασμένα με το φόβο και τον πόνο και μπορεί να αποτελέσουν εξαιρετικά δυνατές και καταλυτικές εμπειρίες στη ζωή ενός ανθρώπου. Το πένθος είναι μια αντίδραση του ανθρώπου στο χαμό οποιουδήποτε αντικειμένου αγάπης, είτε αυτό είναι ένας άλλος άνθρωπος, είτε είναι μια δουλειά, μια κατάσταση ζωής, ένα κατοικίδιο ή μια ιδέα. Η απώλεια που προκύπτει από το χαμό αυτού που αγαπάμε –οτιδήποτε κι αν είναι αυτό- μας γεμίζει με συναισθήματα θλίψης, μελαγχολίας και φόβου για το άγνωστο. Συχνά οι άνθρωποι που πενθούν για κάτι που έχασαν νιώθουν ότι η ζωή και η ύπαρξή τους δεν έχει πια νόημα, καθώς χάθηκε ένα κομμάτι με το οποίο μοιράζονταν κάτι κοινό.
Τι είναι όμως πρακτικά το πένθος;
Το πένθος συνοδεύεται συχνά από αλλαγές στη διάθεση και τις καθημερινές συνήθειες της διατροφής και του ύπνου, επηρεάζει το συναίσθημα, τη σκέψη αλλά και το σώμα. Συχνά προκαλεί διάφορες αντιδράσεις που μπορεί να φανούν τρομακτικές ή ανησυχητικές στο άτομο που πενθεί, όπως αδυναμία συγκέντρωσης, διαρκής κόπωση, σωματικές ενοχλήσεις και πόνους, καθώς και δυσκολία στον ύπνο. Όλες αυτές οι αντιδράσεις, ωστόσο, όπως και άλλες που μπορεί να εμφανιστούν, δε θα πρέπει να μας ανησυχήσουν. Το σώμα μας και ο οργανισμός μας ακολουθεί το συναίσθημα και οι αντιδράσεις του θα περάσουν όταν αρχίσουμε να διαχειριζόμαστε το πένθος μας. Παράλληλα με το χρόνο που χρειάζεται ο οργανισμός μας για να επανέλθει θα πρέπει κι εμείς να φροντίζουμε τον εαυτό μας προσέχοντας να τρώμε σωστά, να κοιμόμαστε καλά, να αποφεύγουμε το αλκοόλ που διογκώνει τις συναισθηματικό πόνο και να ασκούμαστε συστηματικά. Όταν, ωστόσο, νιώσουμε στον εαυτό μας ότι το πένθος και η απώλεια έχουν γιγαντωθεί ώστε είναι δύσκολο να τα αντιμετωπίσουμε μόνοι μας, ίσως έχει έρθει η ώρα να απευθυνθούμε σε κάποιον ψυχολόγο που μπορεί να μας βοηθήσει.
Διαχείριση του πένθους
Όπως κάθε άνθρωπος νιώθει, σκέφτεται και δρα διαφορετικά, έτσι και πενθεί διαφορετικά. Επίσης, κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζει διαφορετικά την απώλεια και προσπαθεί να ανταπεξέλθει με άλλους τρόπους στον πόνο και τη θλίψη. Δεν υπάρχει ένας «σωστός» τρόπος για να πενθήσουμε κάτι που χάσαμε. Υπάρχουν, ωστόσο, τρόποι που μας βοηθούν να προχωρήσουμε και τρόποι που μας καθιστούν προσκολλημένους στην απώλεια.
Η διαχείριση του πένθους είναι συχνά μια δύσκολη και επώδυνη διαδικασία που απαιτεί κουράγιο και δύναμη από μέρους μας. Ένας ειδικός, ωστόσο, μπορεί να αποδειχθεί πολύ χρήσιμος βοηθός, ιδίως τον πρώτο καιρό του πένθους, όταν τα συναισθήματα ακόμη είναι κατακλυσμικά και αφόρητα. Ο ψυχολόγος δεν έχει σκοπό να σας πει να μην πονάτε ή να μην πενθείτε για κάτι που χάσατε. Σκοπός του είναι να προσπαθήσει να περπατήσει μαζί σας μέσα από το φόβο και την απόγνωση, να σταθεί πλάι σας στις ανησυχίες και τη μοναξιά, να σας ακούει σεβόμενος πάντα το δικό σας συναίσθημα και να σας ενθαρρύνει να βρείτε ξανά τον εαυτό σας. Μπορεί να σας βοηθήσει να χρησιμοποιήσετε το πένθος για να μάθετε καλύτερα τον εαυτό σας και να ανασυγκροτηθείτε σε ένα ακόμη πιο δυνατό άτομο.
«Κανένας δεν μου είχε πει ποτέ πως η θλίψη έμοιαζε τόσο πολύ με φόβο.»
C.S. Lewis (Αμερικανός συγγραφέας, ποιητής και λόγιος)
Το πένθος είναι η ανθρώπινη αντίδραση στην απώλεια ενός αγαπημένου αντικειμένου, είτε αυτό είναι μια πραγματική σχέση με έναν άλλον άνθρωπο, είτε είναι μια συμβολική σχέση που διατηρούμε με μία κατάσταση, όπως με την εργασία μας, και αυτή διακόπτεται. Το πένθος έχει συνδεθεί στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων με το θάνατο ενός φυσικού προσώπου, η αλήθεια είναι, ωστόσο, ότι ο άνθρωπος πενθεί όταν χωρίζει, όταν αλλάζει δουλειά, όταν συνταξιοδοτείται, ακόμη κι όταν αλλάζει σπίτι ή πεθαίνει το κατοικίδιό του. Η κατάσταση που ακολουθεί την απώλεια του αγαπημένου αντικειμένου συνοδεύεται από θρήνο και αισθήματα απογοήτευσης, απελπισίας, μελαγχολίας και φόβου. Επίσης, ο θάνατος κάποιου άλλου προσώπου φέρνει συχνά εμάς τους ίδιους που βιώνουμε την απώλεια αντιμέτωπους με το δικό μας θάνατο. Δεν είναι ασυνήθιστο, όταν πενθούμε κάποιο αγαπημένο μας πρόσωπο να βλέπουμε όνειρα συμβολικά του δικού μας θανάτου, ενώ ταυτόχρονα τα συναισθήματα του φόβου και της μελαγχολίας απαντούν στους ενδόμυχους φόβους για το δικό μας τέλος.
Τα πέντε στάδια του πένθους
Το 1969 η Αμερικανίδα ψυχίατρος Elisabeth Kübler-Ross, ανέπτυξε ένα μοντέλο στο οποίο περιγράφει τα πέντε ψυχολογικά στάδια από τα οποία διέρχεται ο άνθρωπος που πενθεί. Το πρώτο στάδιο είναι η άρνηση της πραγματικότητας. Το άτομο που πενθεί αδυνατεί να συλλάβει την ιδέα του θανάτου του αγαπημένου του προσώπου, το συναίσθημά του παγώνει και μπλοκάρεται, μπορεί να προσπαθήσει να αποφύγει την πραγματικότητα αμφισβητώντας το θάνατο, είτε μπορεί να προσκολληθεί σε αντικείμενα του αγαπημένου του προσώπου αυταπατώντας τον εαυτό του ότι είναι ακόμα εδώ. Το δεύτερο στάδιο είναι ο θυμός: ο άνθρωπος που πενθεί αντιλαμβάνεται πια την πραγματική απώλεια και το μη αναστρέψιμο του θανάτου. Έτσι, θυμώνει με την τύχη, με το Θεό, με το σύμπαν ψάχνοντας να βρει τον υπαίτιο για τον πόνο του. Στην καθημερινότητα μπορεί να γίνει επιθετικός και εχθρικός προς φίλους και συγγενείς, ενώ σε αυτό το στάδιο οι σωματικές ενοχλήσεις, οι διάφοροι πόνοι και η ευερεθιστότητα δεν είναι σπάνια. Στο τρίτο στάδιο της, ο πενθούντας κάνει διαπραγματεύσεις με το Θεό ή τη μοίρα σχετικά με το θάνατο του αγαπημένου του, αρχίζει αργά-αργά να συνειδητοποιεί την πραγματικότητα και να νιώθει τον πόνο που με το θυμό είχε ξεχάσει. Στο τέταρτο στάδιο κάνει την εμφάνισή της η κατάθλιψη, η οποία φέρνει μαζί της την αναγνώριση της πραγματικής απώλειας, την οποία ο πενθούντας προσπαθεί να γεμίσει κοιτώντας φωτογραφίες του νεκρού, αναπολώντας κοινές στιγμές και μιλώντας συχνά για αυτόν. Αυτή την περίοδο, οι εφιάλτες και οι σωματικές ενοχλήσεις μπορεί να μεγιστοποιηθούν και τα συμπτώματα που παρουσιάζει ο πενθούντας να θυμίζουν σε μεγάλο βαθμό την κλινική κατάθλιψη. Το τελευταίο στάδιο του πένθους είναι η αποδοχή του θανάτου, η συνειδητοποίηση του τετελεσμένου και η σταδιακή αποδέσμευση του πενθούντος από τη σχέση του με το νεκρό.
Τα παραπάνω στάδια του πένθους χρησιμοποιούνται κατά κόρον στην ψυχολογία και την ψυχιατρική με σκοπό να βοηθηθούν οι άνθρωποι που πενθούν, προσπαθώντας με κάποιον τρόπο να ομαδοποιηθούν οι αντιδράσεις τους στην απώλεια. Από τη μία πλευρά είναι αλήθεια ότι πολλές από τις παραπάνω αντιδράσεις είναι κοινές στο μεγαλύτερο μέρος των ανθρώπων που πενθούν. Από την άλλη, ωστόσο, ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και άρα πενθεί διαφορετικά. Θα πρέπει, λοιπόν, να αποφεύγεται η ομαδοποίηση του πενθούντος σε μια κατηγορία ανθρώπων με τους οποίους έχει μόνο κοινό παρανομαστή μια κατάσταση. Ο καθένας μπορεί να περάσει τα παραπάνω στάδια με ελαφρώς διαφορετική σειρά, να «κολλήσει» σε κάποιο από αυτά ή να παλινδρομεί μεταξύ κάποιων. Έτσι, και η συμβουλευτική και η θεραπεία του πένθους έχει νόημα όταν είναι εξατομικευμένη και λαμβάνονται υπόψη τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του ατόμου που πενθεί.
Διαφοροποίηση πένθους στα δύο φύλα
Είναι συνηθισμένο φαινόμενο ένας άντρας και μια γυναίκα που πενθούν για το ίδιο πρόσωπο να πενθούν με πολύ διαφορετικό τρόπο. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, καθώς οι γυναίκες είναι πιο εκφραστικές με τα συναισθήματά τους, έτσι και στο πένθος τους εκφράζονται ίσως πιο ανοιχτά, εκδηλώνοντας και εκτονώνοντας τον πόνο, με λόγο ή κλάμα. Οι άνδρες, από την άλλη πλευρά, πενθούν πιο σπάνια κατ’ αυτόν τον τρόπο. Ίσως η πιο συνηθισμένη αντίδραση στην απώλεια και το πένθος είναι η φυγή από την κατάσταση του πόνου και η περιχαράκωση στον εαυτό.
Ο θάνατος ενός παιδιού στην οικογένεια φωτίζει ξεκάθαρα την παραπάνω διαφοροποίηση του τρόπου πένθους μεταξύ των δύο γονέων, γεγονός που μπορεί να γίνει αιτία για μια μεγάλη κρίση μέσα στο ζευγάρι. Οι μητέρα που χάνει το παιδί της για μεγάλο διάστημα ίσως εκτονώνεται με κλάμα, μιλώντας για αυτό και κρατώντας τα πράγματά του όπως ήταν πριν το θάνατό του. Συνηθίζει να γιορτάζει τις γιορτές του παιδιού της, να του μιλάει και προσπαθεί να κρατήσει τη σχέση όσο το δυνατόν πιο ζωντανή. Από την άλλη πλευρά, οι περισσότεροι πατέρες, μετά την απώλεια χρησιμοποιούν ως μηχανισμό άμυνας στον πόνο τη φυγή και την απομόνωση. Συνηθισμένο είναι για τους άντρες να περνούν πολλές ώρες στη δουλειά, παρατείνοντας την απουσία τους από το σπίτι που τους θυμίζει την απώλεια. Ακόμη, ένα μεγάλο ποσοστό αποφεύγει να εκφράσει τον πόνο του, φιμώνοντας αυτά που θεωρεί παιδικά συναισθήματα και αντιδράσεις, όπως το κλάμα, την απόγνωση και την αναζήτηση ανακούφισης. Η καταπίεση, ωστόσο, αυτού του πόνου δεν οδηγεί στην εξαφάνισή του. Αντίθετα, τα συναισθήματα αυτά μετατρέπονται σε επικίνδυνες συμπεριφορές, χρήση ουσιών, υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, μεταμφιέζονται σε θυμό και ψυχοσωματικά συμπτώματα, με αποτέλεσμα οι άντρες να κινδυνεύουν περισσότερο από κατάθλιψη, καταπιεσμένο πένθος που θα εμφανιστεί πιθανόν στην πορεία της ζωής, καθώς και διαταραχές στον ύπνο και τη διατροφή.
Το ζευγάρι, λοιπόν, που πενθεί με τόσο διαφορετικό τρόπο καταλήγει συχνά να χάσει την επικοινωνία και την επαφή, ενώ ταυτόχρονα οι άνδρες συνηθίζεται να δέχονται κριτική για τον τρόπο που πενθούν και την –κατά τα φαινόμενα- αδιάφορη στάση τους. Καθώς το ζευγάρι περνάει ούτως ή άλλως μια κρίση, η εκτόνωση είναι αναγκαία και ο θυμός για το θάνατο μπορεί να μεταφραστεί σε θυμό για τον άλλον σύζυγο, για την κατάσταση στο σπίτι, για το κενό που δημιούργησε η απώλεια που οι δύο σύζυγοι δεν μπορούν να καλύψουν. Τα ζευγάρια τείνουν να κατηγορούν ο ένας τον άλλον για τον τρόπο που διαχειρίζεται το πένθος και βγαίνουν στην επιφάνεια προβλήματα της σχέσης που υπήρχαν από παλιά. Περίπου το 75% των ζευγαριών που χάνουν το παιδί τους οδηγούνται στο διαζύγιο, καθώς αδυνατούν να βρουν ένα λειτουργικό τρόπο να διαχειριστούν την απώλεια, το πένθος και τα συναισθήματά τους. Η συμβουλευτική και η θεραπεία μπορεί να βοηθήσει σε μεγάλο βαθμό σε αυτές τις περιπτώσεις. Ο κάθε γονιός μπορεί να μιλήσει για τα συναισθήματά του και τους φόβους του ακούγοντας επίσης πώς νιώθει ο άλλος. Η οικογενειακή θεραπεία μπορεί, επίσης, να περιλαμβάνει και τα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας που και αυτά πενθούν με το δικό τους τρόπο. Μέσα στη θεραπεία το ζευγάρι και η οικογένεια μπορούν να βρουν νέους τρόπους επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης, ενδέχεται να αντιληφθούν πόσα έχαναν εδώ και πολλά χρόνια από την ελλιπή οικογενειακή επαφή και πόσο σημαντικό είναι να δημιουργήσουν ένα οικογενειακό, υποστηρικτικό πλέγμα που θα βοηθήσει όλα τα μέλη του συστήματος. Τέλος, οι συνεδρίες με ένα ψυχολόγο μπορούν να προσφέρουν στην οικογένεια μια ώρα που οι φόβοι, η απόγνωση, η απελπισία, οι πιο ενδόμυχες σκέψεις και τα πιο τρομακτικά συναισθήματα βγαίνουν στο φως με σκοπό να μπορέσουν να τα απομυθοποιήσουν και συνεπώς να τα διαχειριστούν.
Συμβουλευτική για άτομα σε τελικό στάδιο ασθένειας
Οι περισσότεροι από εμάς πιστεύουμε ότι ο θάνατος μας θα έρθει στα βαθιά γεράματα, όταν έχουμε πλέον κλείσει όλες μας τις υποχρεώσεις. Οι ανίατες ασθένειες, ωστόσο, είναι μια συχνή πραγματικότητα, η οποία μας φέρνει αντιμέτωπους με έναν πρώιμο θάνατο και ένα αίσθημα ανεκπλήρωτου για τη ζωή. Τόσο οι ίδιοι οι ασθενείς που πάσχουν από κάποια τέτοια ασθένεια, όσο και οι οικογένειές τους συχνά χρειάζονται συμβουλευτική βοήθεια από τη στιγμή που μαθαίνουν τα νέα για τον επικείμενο θάνατο έως και τη στιγμή του θανάτου ή και αργότερα κατά την περίοδο του πένθους.
Το να μαθαίνει κανείς ότι η ασθένειά του δεν είναι δυνατόν πια να γιατρευτεί και πως ο θάνατος είναι πλέον κοντινός και αναπόφευκτος είναι σίγουρα τρομακτικό και αποκαρδιωτικό. Η αποδοχή και, τελικά, η ανακωχή με την ιδέα του ίδιου μας του θανάτου, είναι η κατάληξη ενός δύσκολου ταξιδιού τόσο για τον ίδιο τον ασθενή όσο και για την οικογένειά του. Πέρα από τους προσωπικούς φόβους που συνοδεύουν τα νέα του θανάτου για τον ασθενή, κυριαρχεί επίσης ο φόβος για το τι θα απογίνουν οι δικοί του και πώς θα αντιμετωπίσουν το θάνατό του/της. Πολλοί ασθενείς καταφέρνουν να έρθουν σε ανακωχή με τους δικούς τους φόβους, οι σκέψεις όμως για την αντιμετώπιση του πένθους από τους αγαπημένους τους γίνεται βάρος που νιώθουν ότι πρέπει οι ίδιοι να σηκώσουν.
Διαχείριση του χρόνου που απέμεινε
Όταν ένας άνθρωπος μαθαίνει ότι πεθαίνει αναγκάζεται να σκεφτεί, να πάρει αποφάσεις και να κάνει ενέργειες που έχουν να κάνουν με το θάνατό του. Κατ’ αρχάς, πολλοί άνθρωποι ασχολούνται με τα πρακτικά ζητήματα της διαθήκης και της περιουσίας, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να κάνουν κινήσεις που θα βοηθήσουν την οικογένειά τους μετά το θάνατό τους. Αυτή η περίοδος είναι και η κατάλληλη για να ενημερώσουν την οικογένειά τους και τους φίλους τους για την κατάστασή τους. Είναι, πράγματι, πολύ δύσκολο για έναν άνθρωπο που πεθαίνει και έρχεται αντιμέτωπος με τους δικούς του φόβους να πρέπει να ανακοινώσει στο/η σύζυγο ή στα παιδιά του/της τα δυσάρεστα νέα. Είναι, ωστόσο, σημαντικό και καθώς φαίνεται «θεραπευτικό» για την οικογένεια να μαθαίνει τα νέα από τον ίδιο τον ασθενή, σε αντίθεση με έναν γιατρό ή κάποιον συγγενή. Αν επιλέξετε να μιλήσετε εσείς στην οικογένειά σας για τον επικείμενο θάνατό σας φροντίστε να διαλέξετε τη σωστή στιγμή και το σωστό μέρος, δηλαδή κάπου που θα νιώθετε άνετα και χωρίς πίεση χρόνου, για να κάνετε αυτή την κουβέντα, η οποία χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Μιλήστε ειλικρινά και προσπαθήστε να μην αποκρύψετε στοιχεία θεωρώντας ότι το να μην ξέρουν οι άλλοι πόσο σοβαρά είναι τα πράγματα θα τους κάνει να πονέσουν λιγότερο. Προσπαθήστε να είστε ανοιχτοί στις ερωτήσεις των αγαπημένων σας και μη διστάσετε να παραδεχτείτε ότι κι εσείς νιώθετε φόβο, λύπη και άγχος. Για πολλούς ασθενείς αυτή η περίοδος είναι μια ευκαιρία να επικοινωνήσουν ξανά με παλιούς γνωστούς, φίλους και συγγενείς με τους οποίους έχουν χάσει επαφή. Είναι, επίσης, ευκαιρία για μερικούς να αφήσουν πίσω τους παλιές έχθρες και να αναζωπυρώσουν σχέσεις που χάθηκαν στο χρόνο. Τέλος, είναι μια περίοδος στην οποία μπορούν οι άνθρωποι να χαρούν τη ζωή που τους απόμεινε, να την κάνουν ξεχωριστή για τους ίδιους και τις οικογένειές τους, εστιάζοντας στα πραγματικά σημαντικά, χωρίς να αναλώνονται σε καθημερινές υποχρεώσεις και ασήμαντες δραστηριότητες. Για πολλούς ασθενείς σε τελικό στάδιο η περίοδος αυτή μπορεί να γίνει μια περίοδος που έρχονται σε επαφή με τους ανθρώπους που πραγματικά θέλουν να είναι, εκτιμούν τις σημαντικές στιγμές της ζωής, σταματούν να ανησυχούν για ασήμαντα προβλήματα και μπορούν να εστιάσουν στον εαυτό τους.
Η συμβουλευτική που απευθύνεται σε ασθενείς σε τελικό στάδιο μπορεί να τους βοηθήσει να κερδίσουν κάτι από αυτή την περίοδο. Πολλοί άνθρωποι θα αναρωτιούνταν τι σημασία έχει η θεραπεία όταν ο θάνατος κάποιου κοντεύει. Η αλήθεια είναι, ωστόσο, ότι η θεραπεία μπορεί να βοηθήσει τον ίδιο τον ασθενή να αποδεχτεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα την κατάσταση, έτσι ώστε να έχει αρκετό χρόνο να κλείσει τις εκκρεμείς του υποθέσεις και να χαρεί στο έπακρο τη ζωή που του απόμεινε. Επίσης, η θεραπεία μπορεί να βοηθήσει την οικογένεια του ασθενούς, η οποία επίσης χρειάζεται υποστήριξη καθ’ όλη τη διάρκεια του τελικού σταδίου. Η κούραση από την ασθένεια, οι ενοχές για το εάν θα μπορούσαν να έχουν κάνει κάτι άλλο, αλλά και η ίδια η θλίψη για το θάνατο είναι ανθρώπινα συναισθήματα που μπορεί να μπλοκάρουν τη διαχείριση του πένθους μετά το θάνατο του ασθενούς. Έτσι, η συμβουλευτική μπορεί να βοηθήσει τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας δείχνοντας τρόπους με τους οποίους μπορεί να γίνει αυτή η περίοδος ξεχωριστή, φανερώνοντας νέους τρόπους με που μπορούν να βελτιώσουν την επικοινωνία μεταξύ του ασθενούς και της οικογένειας. Τέλος, η θεραπεία μπορεί να αποτελέσει ένα μέρος στο οποίο ο θάνατος συζητιέται, κατατέμνεται και απομυθοποιείται, έτσι ώστε τα συναισθήματα του πένθους μετά το θάνατο να βιωθούν στη μικρότερη δυνατή ένταση.